- σύαινα
- σύαινα [ῠ], ἡ, ([etym.] σῦς) properly,A sow: name of a sea-fish, Opp.H.1.129.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
σύαινα — sow fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σύαινα — ἡ, Α 1. θηλυκός χοίρος, γουρούνα 2. είδος θαλάσσιου ψαριού, το γουρουνόψαρο. [ΕΤΥΜΟΛ. < σῦς «χοίρος» + κατάλ. αινα (πρβλ. λέ αινα, λύκ αινα)] … Dictionary of Greek
σύαιναν — σύαινα sow fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)